«Σημειώσεις πάνω στο ‘Kαμπ’ » της Σούζαν Σόνταγκ / «Notes on ‘Camp’ » by Susan Sontag – Μετάφραση από τα αγγλικά


[Πρώτη δημοσίευση το φθινόπωρο του 1964 στην περιοδική επιθεώρηση Partisan Review, τεύχος 31 (4). Στη συνέχεια μέρος της πρώτης συλλογής δοκιμίων της Sontag με γενικό τίτλο «Against Interpretation» / «Ενάντια στην ερμηνεία», με αρχική έκδοση το 1966. Μπορείτε να διαβάσετε περισσότερες πληροφορίες σχετικά με το συγκεκριμένο κείμενο εδώ και σχετικά γενικότερα με αυτήν τη συλλογή δοκιμίων εδώ στην αγγλική Wikipedia, αλλά και σχετικά με τη συγγραφέα εδώ & εδώ στην ελληνική κι αγγλική Wikipedia. Από όσο γνωρίζω, αυτό το δοκίμιο της Sontag είχε παραμείνει μέχρι τώρα αμετάφραστο στα ελληνικά.1

Σημειωτέον τέλος ότι στο παρόν ιστολόγιο είναι επίσης μεταφρασμένο και το δοκίμιο της Sontag Γοητευτικός Φασισμός.]

Πολλά πράγματα στον κόσμο δεν έχουν ονομαστεί· και ακόμη κι αν έχουν ονομαστεί, δεν έχουν ποτέ ως τώρα περιγραφεί. Ένα από αυτά είναι η αισθαντικότητα2 – αλάθητα σύγχρονη, ακόμη μια εκδοχή εκλέπτυνσης, που δύσκολα όμως μπορεί να θεωρηθεί ταυτόσημη με αυτήν – που ακούει στο αιρετικό όνομα «Καμπ» [Camp].

Μια αισθαντικότητα (πράγμα διακριτό από μια ιδέα) από τα δυσκολότερα πράγματα να μιλήσεις για αυτά· μολονότι υπάρχουν ειδικοί λόγοι γιατί το Καμπ συγκεκριμένα δεν έχει ποτέ ως τώρα γίνει αντικείμενο εκτενούς συζήτησης. Δεν είναι ένας φυσικός τρόπος αισθαντικότητας, αν βέβαια υπάρχουν τέτοιοι τρόποι. Πράγματι, η ουσία του Καμπ είναι η αγάπη για το αφύσικο: για το τεχνητό και το υπερβολικό. Κι επίσης το Καμπ είναι εσωτερικό – μέρος ενός μυστικού κώδικα, ακόμη ακόμη σαν μια κάρτα ταυτότητας, χρήσιμη για αναγνώριση σε μικρές αστικές κλίκες. Πέρα από ένα τεμπέλικο δισέλιδο σχεδιάγραμμά του στο μυθιστόρημα The World in the Evening (1954) του Christopher Isherwood [αμετάφραστο στα ελληνικά μυθιστόρημα του Αγγλοαμερικάνου μυθιστοριογράφου, θεατρικού συγγραφέα, σεναριογράφου και ημερολογιογράφου], δεν έχει σχεδόν καθόλου μέχρι τώρα εμφανιστεί στο χαρτί. Το να μιλήσεις για το Καμπ σημαίνει συνεπώς να το προδώσεις. Αν αυτή η προδοσία μπορεί να γίνει αντικείμενο υπεράσπισης, είναι για τη διαπαιδαγώγηση που προσφέρει, και για την αξιότιμη επίλυση της σύγκρουσης. Όσον αφορά τον εαυτό μου, επικαλούμαι τον σκοπό της αυτο-διαπαιδαγώγησης, και την όρεξη για μια σφοδρή σύγκρουση εντός της δικής μου αισθαντικότητας. Έλκομαι ισχυρά από το Καμπ, κι ακόμη ισχυρότερα προσβάλλομαι από αυτό. Αυτός είναι και ο λόγος που θέλω να μιλήσω για αυτό, και που μπορώ να μιλήσω για αυτό. Γιατί κανένας που μοιράζεται ολόκαρδα μια δεδομένη αισθαντικότητα δεν μπορεί και να την αναλύσει· μπορεί μόνο, οποιαδήποτε κι αν είναι η πρόθεσή του, να την επιδείξει. Το να ονομάσεις μια αισθαντικότητα, το να σχεδιάσεις τις φωτοσκιάσεις της και να αναδιηγηθείς την ιστορία της, απαιτεί μια βαθιά συμπάθεια τροποποιημένη από την απέχθεια.

Αν και μιλάω μόνο για αισθαντικότητα – και για μια αισθαντικότητα που, μεταξύ άλλων, μετατρέπει το σοβαρό σε επιπόλαιο – αυτά είναι σημαντικά ζητήματα. Οι περισσότεροι άνθρωποι αντιλαμβάνονται την αισθαντικότητα ή το γούστο ως επικράτειες καθαρά προσωπικών προτιμήσεων, εκείνες τις μυστηριώδεις έλξεις, κατά κύριο λόγο αισθητικές, που δεν έχουν μετακινηθεί ακόμα κάτω από την κυριαρχία του ορθού λόγου. Αυτοί οι άνθρωποι επιτρέπουν παραμέτρους του γούστου να παίζουν έναν ρόλο στις αντιδράσεις τους απέναντι στους άλλους ανθρώπους και στα έργα τέχνης. Αλλά αυτή η στάση είναι αφελής. Κι ακόμα χειρότερα. Το να πατρονάρεις την ικανότητα του γούστου είναι να πατρονάρεις τον ίδιο σου τον εαυτό. Επειδή το γούστο κυβερνά κάθε ελεύθερη – σε αντίθεση με συμβατική – ανθρώπινη αντίδραση. Τίποτα δεν είναι πιο αποφασιστικό. Υπάρχει γούστο στους ανθρώπους, οπτικό γούστο, γούστο στα αισθήματα – και υπάρχει ακόμα γούστο στις πράξεις, γούστο στην ηθικότητα. Η ευφυία επίσης είναι στην πραγματικότητα ένα είδος γούστου: γούστο στις ιδέες. (Ένα δεδομένο που πρέπει να συνυπολογιστεί είναι ότι το γούστο τείνει να αναπτύσσεται πολύ άνισα. Είναι σπάνιο το ίδιο άτομο να έχει καλό οπτικό γούστο, και καλό γούστο στους ανθρώπους, και γούστο στις ιδέες.)

Το γούστο δεν έχει σύστημα και αποδείξεις. Υπάρχει όμως κάτι σαν λογική του γούστου: η συνεπής αισθαντικότητα που είναι υποκείμενη και ταυτόχρονα βοηθά να αναδυθεί ένα συγκεκριμένο γούστο. Μια αισθαντικότητα είναι σχεδόν, αλλά όχι τελείως, ανείπωτη. Κάθε αισθαντικότητα που μπορεί να συμπιεστεί μέσα στο καλούπι ενός συστήματος, ή να γίνει αντικείμενο διαχείρισης με τα σκληρά εργαλεία μιας απόδειξης, δεν είναι καθόλου πλέον μια αισθαντικότητα. Έχει σκληρυνθεί σε μια ιδέα…

Για να αιχμαλωτίσει μια αισθαντικότητα σε λέξεις, ειδικά μία που είναι ζωντανή και δυνατή3, κανείς πρέπει να είναι επιμελής και ευκίνητος. H μορφή των σύντομων σημειώσεων, σε αντίθεση με αυτήν του δοκιμίου (με την αξίωσή του για ένα γραμμικό, συνεχές επιχείρημα), φάνηκε πιο κατάλληλη για να αποτυπωθεί κάτι που είχε αυτήν τη συγκεκριμένη υπεκφεύγουσα αισθαντικότητα ως ιδιότητα. Είναι ντροπιαστικό για εσένα τον ίδιο να γράφεις επίσημα και μιμούμενος την πραγματεία, όταν μιλάς για το Καμπ. Με αυτόν τον τρόπο διατρέχεις τον κίνδυνο να έχεις παραγάγει ο ίδιος ένα πολύ κατώτερο κομμάτι Καμπ.

Αυτές οι σημειώσεις είναι για τον Oscar Wilde [Ιρλανδός μυθιστοριογράφος, ποιητής και θεατρικός συγγραφέας]:

«Πρέπει να είσαι ένα έργο τέχνης, ή να φοράς ένα έργο τέχνης.»

Phrases & Philosophies for the Use of the Young [γενικός τίτλος των παραδοξολογικών αποφθεγμάτων που δημοσίευε ο Wilde στο αγγλικό περιοδικό The Chameleon – αμετάφραστα ως ενιαίο σύνολο στα ελληνικά]

[1.] Για να αρχίσω πολύ γενικά: το Καμπ είναι ένας συγκεκριμένος τρόπος αισθητισμού. Είναι ένας τρόπος να βλέπεις τον κόσμο ως αισθητικό φαινόμενο. Αυτός ο τρόπος, ο τρόπος του Καμπ, δεν είναι με όρους ομορφιάς, αλλά με όρους βαθμού τεχνούργησης, συμμόρφωσης με ένα στυλ.

[2.] Το να δίνεις έμφαση στο στυλ είναι να υποβιβάζεις το περιεχόμενο, ή να προτείνεις μια στάση που είναι ουδέτερη όσον αφορά το περιεχόμενο. Δεν χρειάζεται να ειπωθεί ότι η αισθαντικότητα του Καμπ είναι αμέτοχη, αποπολιτικοποιημένη – ή τουλάχιστον απολίτικη.

[3.] Όχι μόνο υπάρχει μια Καμπ όραση, ένας Καμπ τρόπος να κοιτάζεις τα πράγματα, το Καμπ είναι επίσης μια ποιότητα ανακαλύψιμη στα αντικείμενα και στις συμπεριφορές των ατόμων. Υπάρχουν «καμπικές» [campy] ταινίες, ρούχα, έπιπλα, δημοφιλή τραγούδια, μυθιστορήματα, άνθρωποι, κτίρια… Η ακόλουθη διάκριση είναι σημαντική. Αλήθεια, το Καμπ μάτι έχει τη δύναμη να μεταμορφώνει την εμπειρία. Αλλά δεν είναι όλα δυνατόν να ιδωθούν ως Καμπ. Δεν είναι όλα θέμα προσωπικής οπτικής. [It’s not all in the eye of the beholder.]

[4.] Τυχαία παραδείγματα που είναι μέρη του κανόνα του Καμπ:

η Zuleika Dobson [αμετάφραστο στα ελληνικά σατιρικό μυθιστόρημα του Άγγλου δοκιμιογράφου και σατιρικού συγγραφέα Max Beerbohm]

οι λάμπες Tiffany

τα φιλμ Scopitone [πρόδρομος των βιντεοκλίπ που παίζονταν από ειδικά τζουκμπόξ]

το εστιατόριο Brown Derby στη Sunset Boulevard του Los Angeles [αλυσίδα εστιατορίων στην περιοχή του Los Angeles ενεργή από τη δεκαετία το ’20 ως και του ’80]

οι τίτλοι και οι ιστορίες του Enquirer [tabloid εφημερίδα των ΗΠΑ]

οι ζωγραφιές του Aubrey Beardsley [Βρετανός συγγραφέας και εικονογράφος]

η Λίμνη των Κύκνων [μπαλέτο του Ρώσου συνθέτη Pyotr Ilyich Tchaikovsky]

οι όπερες του Bellini [Vincenzo, Ιταλός συνθέτης όπερας]

η σκηνοθεσία της Salome και Tis’ Pity She’s a Whore από τον Visconti [το πρώτο είναι γερμανική όπερα του Richard Strauss – Γερμανού συνθέτη, μαέστρου, πιανίστα και βιολονίστα – και το δεύτερο αγγλική τραγωδία του John Ford – Άγγλου θεατρικού συγγραφέα και ποιητή]

ορισμένες καρτ ποστάλ στην αλλαγή του αιώνα

ο King Kong του Schoedsack [Ernest, συνσκηνοθέτης και συμπαραγωγός της κλασικής ταινίας τρόμου και φαντασίας του ’33]

η κουβανή ποπ τραγουδίστρια La Lupe [τραγουδίστρια μπολερό, γκουαράτσα και λάτιν σόουλ]

το μυθιστόρημα σε ξυλογραφίες του Lynd Ward God’s Man [αδημοσίευτο μυθιστόρημα στα ελληνικά, πρόδρομος του σύγχρονου graphic novel, από τον συγκεκριμένο Αμερικάνο καλλιτέχνη και μυθιστοριογράφο]

τα παλιά κόμικς με τον Flash Gordon [υπερήρωας της Marvel Comics, πρωτοσχεδιασμένος από τον Alex Raymond]

τα γυναικεία ρούχα της δεκαετίας του ’20 (μποά από πούπουλα, φορέματα με κρόσσια και χάντρες κτλ.)

τα μυθιστορήματα του Ronald Firbank και Ivy Compton-Burnett [Βρετανός και Βρετανίδα μυθιστοριογράφοι]

ταινίες stag παρακολουθούμενες χωρίς πόθο [hardcore πορνό ταινίες παραγόμενες μυστικά μέχρι και την αποποινικοποίηση της πορνογραφίας τη δεκαετία του ’70].

[5.] To Καμπ γούστο έχει μια οικειότητα προς ορισμένες τέχνες περισσότερο από άλλες. Για παράδειγμα, ρούχα, έπιπλα, όλα τα στοιχεία του οπτικού ντεκόρ, συνιστούν ένα μεγάλο μέρος του Καμπ. Για το Καμπ η τέχνη είναι συχνά διακοσμητική τέχνη, δίνοντας έμφαση στην υφή, στην αισθαντική επιφάνεια, και το στυλ, σε βάρος του περιεχομένου. Η συμφωνική μουσική όμως, επειδή είναι άνευ περιεχομένου, είναι σπάνια Καμπ. Δεν προσφέρει καμία ευκαιρία, ας πούμε, για μια αντίθεση μεταξύ χαζού ή υπερβολικού περιεχομένου και πλούσιας μορφής… Μερικές φορές ολόκληρα είδη τέχνης καταλήγουν εμποτισμένα από το Καμπ. Το κλασικό μπαλέτο, η όπερα, ο κινηματογράφος έχουν δείξει να είναι έτσι εδώ και καιρό. Τα τελευταία δύο χρόνια [υπενθύμιση: το κείμενο πρωτοδημοσιεύτηκε το 1964] η δημοφιλής μουσική (μετά το rock n’ roll, αυτό που οι Γάλλοι αποκαλούν yé-yé) έχει προσαρτηθεί κι αυτή. Και η κινηματογραφική κριτική (λίστες όπως «Οι δέκα καλύτερες κακές ταινίες που έχω δει») είναι πιθανόν ο μεγαλύτερος εκλαϊκευτής του Καμπ γούστου σήμερα, καθώς οι περισσότεροι άνθρωποι ακόμα πηγαίνουν στο σινεμά με τρόπο ευδιάθετο και μετριόφρονα.

[6.] Υπάρχει μια έννοια κατά την οποία είναι ορθό να πεις: «Είναι πολύ καλό για να είναι Καμπ.» ή «Πολύ σημαντικό,» όχι αρκετά περιφερειακό. (Περισσότερα για αυτό αργότερα.) Επομένως, η προσωπικότητα και πολλά από τα έργα του Jean Cocteau [Γάλλος ποιητής, μυθιστοριογράφος, σχεδιαστής, θεατρικός συγγραφέας, κινηματογραφιστής, εικαστικός καλλιτέχνης και κριτικός τέχνης] είναι Καμπ, αλλά όχι αυτά του André Gide [Γάλλος συγγραφέας]· οι όπερες του Richard Strauss [βλ. παραπάνω σημ. 4], αλλά όχι εκείνες του Wagner [Γερμανός συνθέτης (κυρίως οπερών) και λιμπρετίστας, θεατρικός σκηνοθέτης και μαέστρος]· τα μουσικά μείγματα του Tin Pan Alley [δρόμου στη Νέα Υόρκη] και του Liverpool, αλλά όχι η τζαζ. Πολλά παραδείγματα Καμπ είναι πράγματα , που από μια «σοβαρή» οπτική είναι είτε κακή τέχνη είτε κιτς [kitsch]. Όχι όλα, όμως. Όχι μόνο το Καμπ δεν είναι αναγκαστικά κακή τέχνη, αλλά ορισμένα έργα τέχνης που μπορούν να προσεγγιστούν ως Καμπ (για παράδειγμα: οι σημαντικότερες ταινίες του Louis Feuillade [Γάλλος σκηνοθέτης του βωβού κινηματογράφου]) αξίζουν τον σοβαρότερο θαυμασμό και σπουδή.

«Όσο περισσότερο μελετούμε την Τέχνη, τόσο λιγότερο νοιαζόμαστε για τη Φύση.»

The Decay of Lying [δοκίμιο του Oscar Wilde – σχετικά με αυτόν βλ. παραπάνω σημ. σε εισαγωγική παράγραφο 6 -, μέρος της συλλογής Intentions, αμετάφραστο στα ελληνικά]

[7.] Όλα τα Καμπ αντικείμενα και πρόσωπα περιλαμβάνουν ένα μεγάλο στοιχείο τεχνουργήματος. Τίποτα στην φύση δεν μπορεί να είναι καμπικό… Το Αγροτικό Καμπ παραμένει φτιαγμένο από άνθρωπο, και τα περισσότερα καμπικά αντικείμενα είναι αστικά. (Κι όμως, αυτά συχνά έχουν μια γαλήνη – ή αφέλεια – που αντιστοιχεί στη βουκολικότητα. Ένα μεγάλο μέρος του Καμπ υπαινίσσεται τη φράση του Empson [William, Βρετανός κριτικός λογοτεχνίας και ποιητής] «βουκολικό αστικό».)

[8.] Το Καμπ είναι μια θέαση του κόσμου με όρους στυλ – αλλά ενός συγκεκριμένου είδους στυλ. Είναι η αγάπη για το υπερβολικό, για το «εκτός» [the «off»], για τα-πράγματα-που-είναι-αυτό-που-δεν-είναι. Το καλύτερο παράδειγμα είναι η Αρτ Νουβώ, το πιο τυπικό και ολοκληρωτικά αναπτυγμένο στυλ Καμπ. Τα αντικείμενα Αρτ Νουβώ, τυπικά, μετατρέπουν ένα πράγμα σε κάτι άλλο: τα εξαρτήματα φωτισμού σε ανθισμένα φυτά, το σαλόνι που είναι στην πραγματικότητα ένα grotto [φυσική ή τεχνητή σπηλιά που χρησιμοποιείται ως δωμάτιο κατοικήσιμο από ανθρώπους]. Ένα αξιοσημείωτο παράδειγμα: οι είσοδοι του Παρισινού Μετρό σχεδιασμένες από τον Hector Guimard [Γάλλος αρχιτέκτονας και σχεδιαστής της εποχής Αρτ Νουβώ] στα τέλη της δεκαετίας 1890 στο σχήμα κλώνων ορχιδέας από χυτοσίδηρο.

[9.] Ως γούστο στους ανθρώπους, το Καμπ ανταποκρίνεται ιδιαίτερα στο σημαντικά εκλεπτυσμένο και στο ισχυρά υπερβολικό. Η ανδρογυνία είναι μία από τις κατ’ εξοχήν εικόνες της Καμπ αισθαντικότητας. Παραδείγματα: οι λιγοθυμισμένες, λεπτές, λυγερές φιγούρες της προ-Ραφαηλιτικής ζωγραφικής και ποίησης, τα αδύνατα, ρέοντα, χωρίς φύλο σώματα στις Αρτ Νουβώ εκτυπώσεις κι αφίσες, ανακουφιστικά παρουσιασμένα πάνω σε λάμπες και τασάκια· η στοιχειωμένη ανδρόγυνη κενότητα πίσω από την τέλεια ομορφιά της Greta Garbo [Σουηδοαμερικανίδα ηθοποιός]. Εδώ το Καμπ γούστο αντλεί από μια κυρίως μη αναγνωρισμένη αλήθεια όσον αφορά το γούστο: η πιο ραφιναρισμένη μορφή της σεξουαλικής ελκυστικότητας (όπως και η πιο ραφιναρισμένη μορφή της σεξουαλικής απόλαυσης) συνίσταται στο να πηγαίνει κανείς αντίθετα με το ρεύμα του φύλου του. Αυτό που είναι το πιο ωραίο στους αρρενωπούς άνδρες είναι κάτι θηλυκό, αυτό που είναι το πιο ωραίο στις θηλυπρεπείς γυναίκες είναι κάτι αρσενικό… Σύμμαχο με το Καμπ γούστο για την ανδρογυνία είναι κάτι που μοιάζει σχετικά διαφορετικό αλλά δεν είναι: η ισχυρή απόλαυση από την υπερβολή των σεξουαλικών χαρακτηριστικών και των επιτηδεύσεων της προσωπικότητας. Για προφανείς λόγους, τα καλύτερα παραδείγματα που μπορούν να αναφερθούν σχετικά είναι οι σταρ του κινηματογράφου. Η κακόγουστη φανταχτερή θηλυκότητα των Jayne Mansfield [Αμερικανίδα ηθοποιός, τραγουδίστρια και σύμβολο του σεξ], Gina Lollobrigida [Ιταλίδα ηθοποιός, φωτορεπόρτερ και σύμβολο του σεξ], Jane Rusell [Αμερικανίδα ηθοποιός, τραγουδίστρια, μοντέλο και σύμβολο του σεξ], Virginia Mayo [Αμερικανίδα ηθοποιός και χορεύτρια], η υπερβολική, υπερηρωική αρρενωπότητα των Steve Reeves [Αμερικάνος ηθοποιός και μποντιμπίλντερ], Victor Mature [Αμερικάνος θεατρικός, κινηματογραφικός και τηλεοπτικός ηθοποιός]. Οι μεγάλες στυλίστριες του ταμπεραμέντου και της επιτήδευσης, όπως η Bette Davis [Αμερικανίδα κινηματογραφική ηθοποιός], Barbara Stanwyck [Αμερικανίδα ηθοποιός, μοντέλο και χορεύτρια], Tallulah Bankhead [Αμερικανίδα θεατρική και κινηματογραφική ηθοποιός], Edwige Feuillere [Γαλλίδα θεατρική και κινηματογραφική ηθοποιός].

[10.] Το Καμπ βλέπει τα πάντα εντός εισαγωγικών. Δεν είναι μια λάμπα, είναι μια «λάμπα»· όχι μια γυναίκα, αλλά μια «γυναίκα». Το να αντιλαμβάνεσαι το Καμπ στα αντικείμενα και τα άτομα είναι το να αντιλαμβάνεσαι το Είναι-Ως-Παίξιμο-Ενός-Ρόλου. Είναι η πιο μακρινή επέκταση, σε αισθαντικότητα, της μεταφοράς της ζωής ως θέατρο.

[11.] Το Καμπ είναι ο θρίαμβος του ουδέτερου ως προς το φύλο [epicene] στυλ (η εναλλαξιμότητα του «άνδρα» και «γυναίκας», του «ατόμου» και «πράγματος»). Αλλά κάθε στυλ, δηλαδή, κάθε τεχνούργημα, είναι, σε τελική ανάλυση, ουδέτερο στο φύλο. Η ζωή δεν έχει στυλ. Ούτε η φύση.

[12.] Η ερώτηση δεν είναι «Μα γιατί παρενδυσία, μίμηση, θεατρικότητα;» Η ερώτηση είναι μάλλον «Πότε η παρενδυσία, μίμηση, θεατρικότητα αποκτούν την ειδική γεύση του Καμπ;» Γιατί είναι η ατμόσφαιρα των Σαιξπηρικών κωμωδιών (Όπως σας αρέσει κτλ.) μη ουδέτερη στο φύλο, ενώ αυτή του Der Rosenkavalier [κωμική όπερα του Richard Strauss] είναι;

[13.] Η διαχωριστική γραμμή φαίνεται να πέφτει στον 18ο αιώνα· εκεί είναι να βρεθούν οι καταγωγές του Καμπ (Γοτθικά μυθιστορήματα, απομιμήσεις Κινεζικής τέχνης [Chinoiserie], καρικατούρες, κατασκευασμένα ερείπια και ούτω καθεξής). Αλλά η σχέση με τη φύση ήταν αρκετά διαφορετική τότε. Κατά τον 18ο αιώνα οι άνθρωποι του γούστου είτε πατρονάρισαν τη φύση (Strawberry Hill) [έπαυλη στο Λονδίνο αναβιωμένου Γοτθικού στυλ], είτε επιχείρησαν να την μετατρέψουν σε κάτι τεχνητό (Βερσαλίες). Επίσης ακούραστα πατρονάρισαν το παρελθόν. Το σημερινό Καμπ γούστο είτε διαγράφει τη φύση, είτε της αντιτίθεται ξεκάθαρα. Και η σχέση του Καμπ γούστου με το παρελθόν είναι εξαιρετικά συναισθηματική.

[14.] Μια ιστορία τσέπης του Καμπ μπορεί, βέβαια, να ξεκινάει πολύ νωρίτερα – με μανιερίστες καλλιτέχνες όπως τον Pontormo [Jacopo, Φλωρεντίνος Αναγεννησιακός ζωγράφος], τον Rosso [Fiorentino, Φλωρεντίνος Αναγεννησιακός ζωγράφος] και τον Caravaggio [Michelangelo Merisi, Ιταλός ζωγράφος], ή τους εξαιρετικά θεατρικούς πίνακες του Georges de la Tour [Γάλλος Μπαρόκ ζωγράφος], ή το στυλ του Ευφυισμού [Euphuism – φορτωμένο με σχήματα λόγου αγγλικό ρεύμα] στη λογοτεχνία (Lyly [John Βρετανός συγγραφέας, αυλικός και βουλευτής] κτλ.) Παρόλ’ αυτά, το υγιέστερο σημείο αφετηρίας φαίνεται να είναι ο ύστερος 17ος και ο πρώιμος 18ος αιώνας, λόγω της εξαιρετικής προτίμησης αυτής τη περιόδου για τεχνητότητα, επιφανειακότητα και συμμετρία· το γούστο της για το γραφικό και ανατριχιαστικό, τις κομψές της συμβάσεις για την αναπαράσταση άμεσου συναισθήματος και ολοκληρωτικής παρουσίας χαρακτήρα – το επίγραμμα και το ομοιοκατάληκτο δίστιχο (σε λέξεις), το διακοσμητικό στοιχείο (στις χειρονομίες και στη μουσική). Ο ύστερος 17ος και ο πρώιμος 18ος αιώνας είναι η μεγάλη περίοδος του Καμπ: Pope [Alexander, Βρετανός ποιητής και μεταφραστής], Congreve [William, Βρετανός θεατρικός συγγραφέας και ποιητής], Walpole [Horace, Βρετανός συγγραφέας, ιστορικός και πολιτικός] κτλ. αλλά όχι ο Swift [Jonathan, Βρετανοϊρλανδός δοκιμιογράφος, ποιητής και κληρικός]· οι précieux στη Γαλλία [διανοούμενες γυναίκες που σύχναζαν στο σαλόνι της μαρκησίας Catherine de Vivonne], οι ροκοκό εκκλησίες του Μονάχου· ο Pergolesi [Michelangelo, Ιταλός διακοσμητής καλλιτέχνης]. Κάπως αργότερα: πολύ από το έργο του Mozart [Wolfgang Amadeus, Γερμανός συνθέτης]. Αλλά κατά τον 19ο αιώνα ό,τι είχε ήδη διαμοιραστεί σε όλη την υψηλή κουλτούρα τώρα γίνεται ένα ιδιαίτερο γούστο· εμπλουτίζεται με τόνους οξύτητας, εσωτερικότητας, διαστροφής. Περιορίζοντας την ιστορία μόνο στην Αγγλία, βλέπουμε το Καμπ να συνεχίζει αδύναμα μέσα από τον αισθητισμό του 19ου αιώνα (Burne-Jones [Edward Coley, Βρετανός ζωγράφος], Pater [Walter Horatio, Βρετανός συγγραφέας], Ruskin [John, Βρετανός ζωγράφος και συγγραφέας], Tennyson [Alfred, Βρετανός ποιητής], και να αναδύεται με πλήρη ορμή με το κίνημα Αρτ Νουβώ στις εικαστικές και διακοσμητικές τέχνες, και να βρίσκει τους συνειδητούς του ιδεολόγους σε τέτοια «πνεύματα» όπως ο Wilde [Oscar, σχετικά με αυτόν βλ. παραπάνω σημ. σε εισαγωγική παράγραφο 6] και ο Firbank [Ronald, Βρετανός μυθιστοριογράφος].

[15.] Βέβαια, το να λες ότι όλα αυτά τα πράγματα είναι Καμπ, δεν σημαίνει και το να υποστηρίζεις ότι είναι μόνο αυτό. Μια πλήρης ανάλυση της Αρτ Νουβώ, για παράδειγμα, θα έβρισκε πενιχρό αριθμό εξισώσεων με το Καμπ. Μια τέτοια ανάλυση όμως δεν μπορεί να αγνοήσει τι στην Αρτ Νουβώ της επιτρέπει να βιώνεται και ως Καμπ. Η Αρτ Νουβώ είναι πλήρης από «περιεχόμενο», ακόμα και πολιτικό-ηθικού τύπου· ήταν ένα επαναστατικό κίνημα στις τέχνες, κεντρισμένο από ένα Ουτοπικό όραμα (κάπου μεταξύ του William Morris [Βρετανός σχεδιαστής υφασμάτων, ποιητής, μυθιστοριογράφος, καλλιτέχνης, σοσιαλιστής κ.α.] και της ομάδας Bauhaus) ενός οργανικού συνόλου πολιτικής και γούστου. Κι όμως, υπάρχει επίσης ένα χαρακτηριστικό των αντικειμένων Αρτ Νουβώ που προτείνει μια αμέτοχη, μη σοβαρή, «του αισθητή» θέαση. Αυτό μας λέει κάτι σημαντικό για την Αρτ Νουβώ – και για το τι λογής είναι ο φακός του Καμπ, που δεν αφήνει να περάσει το περιεχόμενο.

[16.] Επομένως, η Καμπ αισθαντικότητα είναι αυτή που είναι ζωντανή στη διπλή έννοια με την οποία κάποια πράγματα μπορούν να ληφθούν. Αλλά αυτή δεν είναι η οικεία, χωρισμένη-στα-μισά κατασκευή ενός κυριολεκτικού νοήματος από τη μια μεριά, και ενός συμβολικού νοήματος από την άλλη. Είναι μάλλον η διαφορά μεταξύ του πράγματος ως σημαίνον κάτι, οτιδήποτε κάτι, και του πράγματος ως καθαρό τεχνούργημα.

[17.] Αυτό εμφανίζεται ξεκάθαρα στη χυδαία χρήση της λέξης Καμπ ως ρήμα, «να καμπάρω» [«to camp»], κάτι που οι άνθρωποι κάνουν. Το να καμπάρεις είναι μια μορφή σαγήνευσης – μία που αξιοποιεί φανταχτερές επιτηδεύσεις επιδεκτικές σε διπλή ερμηνεία· χειρονομίες πλήρεις από διττότητα, με ένα σπιρτόζικο μήνυμα για τους γνωρίζοντες [cognoscenti], και ένα άλλο, πιο απρόσωπο, για τους απέξω. Ισοδύναμα αλλά και εκτατικά, όταν η λέξη γίνεται ουσιαστικό, όταν ένα άτομο ή πράγμα γίνεται «ο καμπ/το καμπ» [«a camp»], μια διττότητα εμπλέκεται πάλι. Πίσω από την «ίσια» [«straight»] δημόσια έννοια με την οποία κάτι μπορεί να ληφθεί, κάποιοι έχουν βρει ένα ιδιωτικό κωμικό βίωμα του ίδιου πράγματος.

«Το να είσαι φυσικός είναι μια τόσο δύσκολη πόζα να κρατάει κανείς.»

Ένας ιδανικός σύζυγος [An Ideal Husband, θεατρικό έργο του Oscar Wilde – σχετικά με αυτόν βλ. παραπάνω σημ. σε εισαγωγική παράγραφο 6]

[18.] Πρέπει να κάνουμε τη διάκριση μεταξύ αφελούς και εσκεμμένου Καμπ. Το καθαρό Καμπ είναι πάντα αφελές. Το Καμπ που αναγνωρίζει στον εαυτό του πως είναι Καμπ (δηλ. πως «καμπάρεται» [«camping»]) είναι συνήθως λιγότερο ικανοποιητικό.

[19.] Τα καθαρά παραδείγματα Καμπ είναι πάντα απρόθετα· είναι θανάσιμα σοβαρά. Ο Αρτ Νουβώ τεχνίτης που φτιάχνει μια λάμπα με ένα φίδι να περιτυλίγεται πάνω της δεν αστειεύεται, ούτε προσπαθεί να είναι γοητευτικός. Λέει, με κάθε ειλικρίνεια: Να! [Voil!] Η Ανατολή! Το γνήσιο Καμπ – για παράδειγμα, τα νούμερα που σχεδιάστηκαν για τα μιούζικαλ της Warner Brothers στις αρχές της δεκαετίας του ’30 (42nd Street [κινηματογραφικό μιούζικαλ του 1933, βασισμένο στο ομώνυμο αμετάφραστο στα ελληνικά μυθιστόρημα του Αμερικάνου Bradford Ropes], The Golddiggers του 1933… του 1935… του 1937 [σειρά κινηματογραφικών μιούζικαλ με παρόμοιες υποθέσεις] κτλ.) από τον Busby Berkeley [Αμερικάνος σκηνοθέτης και χορογράφος] – δεν προτίθεται να είναι αστείο. Το καμπάρισμα – φερ’ ειπείν, τα θεατρικά έργα του Noel Coward [Άγγλος θεατρικός συγγραφέας, συνθέτης, σκηνοθέτης, ηθοποιός και τραγουδιστής] – προτίθεται να είναι. Είναι απίθανο ότι μεγάλο μέρος από το παραδοσιακό ρεπερτόριο όπερας θα ήταν τόσο απολαυστικό Καμπ, αν οι μελοδραματικές παραδοξότητες των περισσότερων υποθέσεων όπερας δεν είχαν αντιμετωπιστεί με σοβαρότητα από τους συνθέτες τους. Κάποιος δεν χρειάζεται να ξέρει τις ιδιωτικές προθέσεις του καλλιτέχνη. Το έργο τα λέει όλα. (Σύγκρινε μια τυπική όπερα του 19ου αιώνα με τη Vanessa [δραματική όπερα] του Samuel Barber [Αμερικάνος συνθέτης, πιανίστας, μαέστρος και βαρύτονος], ένα κομμάτι επεξεργασμένου, υπολογισμένου Κάμπ, και η διαφορά είναι ξεκάθαρη.)

[20.] Πιθανόν, το να σχεδιάζεις να είσαι Καμπ είναι πάντα βλαβερό. Η τελειοποίηση στη Φασαρία στον Παράδεισο [Trouble in Paradise, αμερικάνικη ρομαντική κωμωδία του 1932] και στο Γεράκι της Μάλτας [Maltese Falcon, αμερικάνικο φιλμ νουάρ του 1941], που είναι μεταξύ των σημαντικότερων Καμπ ταινιών που έχουν γυριστεί μέχρι σήμερα, προκύπτει από τον άνετο ξεκούραστο τρόπο με τον οποίο ο τόνος τους διατηρείται. Αυτό δεν είναι το ίδιο με διάσημες που-θα-ήθελαν-να-είναι Καμπ ταινίες της δεκαετίας του ’50 όπως Όλα για την Εύα [All about Eve, αμερικάνικη δραματική ταινία του 1950] και Πιο Δυνατός από τον Διάβολο [Beat the Devil, αμερικάνικη κωμική περιπέτεια του 1953]. Αυτές οι πιο πρόσφατες ταινίες έχουν τις καλές τους στιγμές, αλλά η πρώτη είναι τόσο στιλπνή και η δεύτερη τόσο υστερική· θέλουν τόσο πολύ να είναι καμπικές, που χάνουν συνεχώς τον ρυθμό του… Ίσως, όμως, δεν είναι τόσο ένα ζήτημα απρόθετου αποτελέσματος αντί συνειδητής πρόθεσης, όσο της εύθραυστης σχέσης μεταξύ παρωδίας και αυτο-παρωδίας στο Καμπ. Οι ταινίες του Hitchcock [Alfred, Άγγλος κινηματογραφιστής] είναι ένα καλό παράδειγμα αυτού του προβλήματος. Όταν από την αυτο-παρωδία λείπει η χαρωπότητα, αλλά αντίθετα αποκαλύπτεται, (έστω σποραδικά) η αηδία για κάποιου του ίδιου τα θέματα και υλικά – όπως στο Κυνήγι του Κλέφτη [To Catch a Thief, ρομαντικό θρίλερ του 1952], στον Σιωπηλό Μάρτυρα [Rear Window, θρίλερ μυστηρίου του 1954], στο Στη Σκιά των Τεσσάρων Γιγάντων [North by Northwest, θρίλερ κατασκοπείας του 1959] – τα αποτελέσματα είναι βεβιασμένα και αδέξια, σπάνια Καμπ. Το επιτυχημένο Καμπ – μια ταινία όπως το Le Drôle de Drame του Carné [Marcel, γαλλική κινηματογραφική κωμωδία του 1937], οι κινηματογραφικοί ρόλοι της Mae West [Αμερικανίδα θεατρική και κινηματογραφική ηθοποιός, σεναριογράφος, θεατρική συγγραφέας, τραγουδίστρια και σύμβολο του σεξ] και του Edward Everett Horton [Αμερικάνος καρατερίστας ηθοποιός], κομμάτια του Goon Show [Βρετανικό ραδιοφωνικό κωμικό πρόγραμμα] – ακόμη και όταν αποκαλύπτει την αυτο-παρωδία, βρωμάει επίσης από αγάπη για τον εαυτό του.

[21.] Οπότε, πάλι, το Καμπ επαφίεται στην αθωότητα. Αυτό σημαίνει ότι το Καμπ εξομολογείται αθωότητα, αλλά όταν μπορεί, επίσης τη διαφθείρει. Τα αντικείμενα, όντας αντικείμενα, δεν αλλάζουν όταν ξεχωρίζονται από την Καμπ οπτική. Τα άτομα, όμως, ανταποκρίνονται στα ακροατήριά τους. Τα άτομα μπορούν να ξεκινήσουν να «καμπάρονται»: η Mae West [βλ. αμέσως παραπάνω σημ. 20], η Bea Lillie [Βρετανίδα ηθοποιός, τραγουδίστρια και κωμικός], η La Lupe [βλ. παραπάνω, σημ. 4], η Tallula Bankhead [βλ. παραπάνω, σημ. 9] στο Στον Ίσκιο του Θανάτου [Lifeboat, δραματική ταινία επιβίωσης του 1944], η Bette Davis [βλ. παραπάνω, σημ. 9] στο Όλα για την Εύα [βλ. παραπάνω, σημ. 20]. (Άτομα μπορούν να μυηθούν στο Καμπ ακόμη και χωρίς να το γνωρίζουν. Σκεφτείτε πώς ο Fellini [Federico, Ιταλός κινηματογραφικός σκηνοθέτης και σεναριογράφος] έβαλε την Anita Ekberg [Σουηδή ηθοποιός και σύμβολο του σεξ] να παρωδήσει τον εαυτό της στο La Dolce Vita [ιταλική κωμική και δραματική κινηματογραφική ταινία του 1960]).

[22.] Ορισμένο κάπως λιγότερο αυστηρά, το Καμπ είναι είτε τελείως αφελές, είτε ολοκληρωτικά συνειδητό (όταν κάποιος το παίζει καμπικός). Ένα παράδειγμα για το δεύτερο: τα ίδια τα επιγράμματα του Wilde [Oscar, σχετικά με αυτόν βλ. παραπάνω, σημ. σε εισαγωγική παράγραφο 6].

«Είναι παράλογο να χωρίζεις τους ανθρώπους σε καλούς και κακούς. Οι άνθρωποι είναι είτε γοητευτικοί είτε κουραστικοί.»

Η βεντάλια της Λαίδης Ουιντερμήρ [Lady Wintermere’s Fan, θεατρικό έργο του Oscar Wilde]

[23.] Στο αφελές (ή καθαρό) Καμπ, το απαραίτητο στοιχείο είναι η σοβαρότητα, αλλά μια σοβαρότητα που αποτυγχάνει. Βέβαια, κάθε σοβαρότητα που αποτυγχάνει δεν αποζημιώνεται αναγκαστικά με Καμπ, αλλά μόνο αυτή που έχει το κατάλληλο μείγμα υπερβολής, φαντασίας, πάθους και αφέλειας.

[24.] Όταν κάτι είναι μόνο κακό (αντί για Καμπ), τούτο συμβαίνει συχνά γιατί είναι πολύ μέτριο στις φιλοδοξίες του. Ο καλλιτέχνης δεν έχει προσπαθήσει πραγματικά να κάνει τίποτα εκτός τόπου [outlandish]. («Είναι υπερβολικά πολύ», «Είναι υπερβολικά φανταστικό», «Είναι απίστευτο» είναι τυπικές φράσεις Καμπ ενθουσιασμού).

[25.] Η σφραγίδα του Καμπ είναι το πνεύμα του υπέρμετρου. Καμπ είναι μια γυναίκα που περπατάει ολόγυρα φορώντας ένα φόρεμα από τρία εκατομμύρια φτερά. Καμπ είναι οι πίνακες του Carlo Crivelli [Ιταλός Αναγεννησιακός ζωγράφος], με τα πραγματικά πετράδια τους και τα ολογραφικά [trompe-l’oeil] έντομά τους και ρωγμές στην οικοδομή. Καμπ είναι ο εξωφρενικός αισθητισμός των έξι αμερικάνικων ταινιών του Sternberg [Josef von, Αυστροαμερικανός κινηματογραφιστής] με την Dietrich [Marlene, Γερμανίδα ηθοποιός και τραγουδίστρια], και οι έξι, αλλά ειδικά η τελευταία, Ο Διάβολος είναι Γυναίκα [οι άλλες πέντε είναι: Μαρόκο, Κατάσκοπος Χ-27, Σανγκάη Εξπρές, Ξανθιά Αφροδίτη, Τραγική Τσαρίνα]… Στο Καμπ υπάρχει συχνά κάτι άμετρο [démesuré] στην ποιότητα της φιλοδοξίας, όχι μόνο στο στυλ του έργου του ίδιου. Τα εκτυφλωτικά και ωραία κτίρια του Gaudi [Antoni i Cornet, Καταλανός αρχιτέκτονας] στη Βαρκελώνη είναι Καμπ όχι μόνο εξαιτίας του στυλ τους, αλλά και επειδή αποκαλύπτουν – πιο αξιοσημείωτα στον ναό της Αγίας Οικογένειας [Basílica i Temple Expiatori de la Sagrada Família, ημιτελής ναός τύπου βασιλική στη Βαρκελώνη] – τη φιλοδοξία από τη μεριά ενός άντρα να κάνει ό,τι χρειάζεται μια γενιά, μια ολόκληρη κουλτούρα να επιτευχθεί.

[26.] Καμπ είναι η τέχνη που προτείνει τον εαυτό της με σοβαρότητα, αλλά δεν μπορεί κανείς να την πάρει στα σοβαρά εντελώς, καθώς «είναι υπερβολικά πολύ». Ο Τίτος Ανδρόνικος [δράμα του William Shakespeare – Άγγλος θεατρικός συγγραφέας και ποιητής] και το Παράξενο Ιντερμέτζο [Strange Interlude, θεατρικό έργο σε εννιά πράξεις του Eugene O’ Neill – Αμερικάνος θεατρικός συγγραφέας] είναι σχεδόν Καμπ, ή θα μπορούσαν να παιχτούν ως Καμπ. Το δημόσιο στυλ και ρητορική του de Gaulle [Charles, Γάλλος στρατηγός και πολιτικός] είναι συχνά Καμπ.

[27.] Ένα έργο μπορεί να προσεγγίσει το Καμπ, αλλά να μην καταφέρει να το φτάσει, επειδή πετυχαίνει. Οι ταινίες του Eisenstein [Sergei, Σοβιετικός σκηνοθέτης και θεωρητικός του κινηματογράφου] είναι σπάνια Καμπ, επειδή παρά την υπερβολή τους πετυχαίνουν (δραματικά) χωρίς πλεόνασμα. Αν ήταν λίγο περισσότερο «εκτός» [«off»], θα ήταν εξαιρετικό Καμπ, ειδικά ο Ιβάν ο Τρομερός Ι & ΙΙ [ταινίες του Eisenstein γυρισμένες η πρώτη το 1944 και η δεύτερη το 1946, αλλά η δεύτερη πρωτοπροβλήθηκε το 1958]. Το ίδιο ισχύει για τα σχέδια και τους πίνακες του Blake [William, Άγγλος ποιητής, ζωγράφος και τυπογράφος], αλλόκοτα και ιδιότροπα όπως είναι. Αυτά δεν είναι Καμπ, αλλά η Αρτ Νουβώ, επηρεασμένη από τον Blake, είναι.

Ό,τι είναι υπέρμετρο με ασυνεπή και απαθή τρόπο δεν είναι Καμπ. Ούτε μπορεί κάτι να είναι Καμπ που δεν φαίνεται να πηγάζει από μια ακαταπίεστη, κυριολεκτικά ακατανίκητη αισθαντικότητα. Χωρίς πάθος θα πάρει κανείς μόνο ψευδο-Καμπ (που είναι απλώς διακοσμητικό, ασφαλές, με μια λέξη, σικ). Στην άγονη άκρη του Καμπ βρίσκονται μια σειρά από ελκυστικά πράγματα: οι στιλπνές φαντασίες του Dali [Salvador, Ισπανός ζωγράφος, σχεδιαστής, κινηματογραφιστής, γλύπτης και φωτογράφος], η υψηλής μόδας υπερβολή του Κοριτσιού με τα Χρυσά Μάτια [γαλλική κινηματογραφική ταινία του 1961, βασισμένη στο ομώνυμο μυθιστόρημα του Balzac] του Albicocco [Jean-Gabriel, Γάλλος σκηνοθέτης]. Αλλά αυτά τα δύο πράγματα – Καμπ και υπερβολή – δεν πρέπει να συγχέονται.

[28.] Ξανά, το Καμπ είναι η απόπειρα να κάνεις κάτι εκτός του συνηθισμένου. Αλλά εκτός του συνηθισμένου συχνά με την έννοια του να είναι ιδιαίτερο, γεμάτο αίγλη [glamorous]. Όχι εκτός του συνηθισμένου απλώς με την έννοια της προσπάθειας. Οι Να-Το-Πιστέψω-Ή-Όχι περιπτώσεις του Ripley [«Ripley’s Believe It or Not!», ένα αμερικάνικο φραντσάιζ αρχικά ιδρυμένο από τον Robert Ripley ως στήλη εφημερίδας, και που στη συνέχεια επεκτάθηκε στο ραδιόφωνο, την τηλεόραση, τα κόμικς, τα βιβλία, μέχρι και σε θεματικά μουσεία] είναι σπάνια καμπικές. Σε αυτές τις περιπτώσεις, είτε είναι φυσικές παραδοξότητες (ο κόκορας με τα δύο κεφάλια, η μελιτζάνα σε σχήμα σταυρού) ή αλλιώς είναι προϊόντα αμέτρητου κόπου (ο άντρας που περπάτησε από εδώ ως την Κίνα με τα χέρια του, η γυναίκα που σκάλισε την Καινή Διαθήκη πάνω στο κεφάλι μιας καρφίτσας), λείπει η οπτική επιβράβευση – η αίγλη, η θεατρικότητα – που σημαδεύει συγκεκριμένες υπερβολές ως Καμπ.

[29.] Ο λόγος που μια κινηματογραφική ταινία σαν το Στην Παραλία [On the Beach, δραματική μετα-αποκαλυπτική ταινία επιστημονικής φαντασίας του 1959] και βιβλία όπως το Winesburg, Ohio [πλήρης τίτλος Winesburg, Ohio: A Group of Tales of Ohio Small-Town Life, αμετάφραστος στα ελληνικά κύκλος ιστοριών γραμμένος από τον Αμερικάνο συγγραφέα Sherwood Anderson] και Για Ποιον Χτυπάει η Καμπάνα [For Whom the Bell Tolls, μυθιστόρημα του Αμερικάνου συγγραφέα Ernest Hemingway] είναι κακά ως τον βαθμό που να είναι γελοία, αλλά όχι κακά ως τον βαθμό που να είναι απολαυστικά, είναι πως είναι υπερβολικά αμετάπειστα και ξιπασμένα. Τους λείπει η φαντασία. Υπάρχει Καμπ σε κακές κινηματογραφικές ταινίες όπως το The Prodigal [αμερικάνικη βιβλική επική ταινία του 1959] και Σαμψών και Δαλιδά [Samson and Delilah, αμερικάνικη ρομαντική δραματική βιβλική ταινία του 1949], η σειρά των ιταλικών έγχρωμων θεαμάτων με πρωταγωνιστή τον υπερήρωα Μασίστα [Maciste, όχι συγκεκριμένος ηθοποιός, αλλά χαρακτήρας δημοφιλής στο ιταλικό σινεμά από το 1910 ως το 1960], οι πολυάριθμες ιαπωνικές ταινίες επιστημονικής φαντασίας (Rodan [ιαπωνική ταινία του είδους kaju – με γιγάντια τέρατα του 1956], The Mysterians [ιαπωνική ταινία επιστημονικής φαντασίας του 1957], The H-Man [ιαπωνικό θρίλερ επιστημονικής φαντασίας του 1958], επειδή μέσα στη σχετική τους μετριοφροσύνη και χυδαιότητα, είναι πιο ακραία και αχαλιναγώγητα στη φαντασία τους – και συνεπώς συγκινητικά και αρκετά απολαυστικά.

[30.] Βέβαια, ο κανόνας του Καμπ μπορεί να αλλάξει. Ο χρόνος έχει να κάνει πολύ με αυτό. Ο χρόνος μπορεί να εμπλουτίσει κάτι που φαίνεται τώρα απλώς αμετάπειστο ή να του λείπει φαντασία, επειδή είμαστε χρονικά υπερβολικά κοντά του, επειδή ανταποκρίνεται υπερβολικά πολύ στις δικές μας καθημερινές φαντασίες, τη φανταστική φύση των οποίων δεν αντιλαμβανόμαστε. Είμαστε περισσότερο ικανοί να απολαύσουμε μια φαντασία, όταν δεν είναι δική μας.

[31.] Αυτός είναι ο λόγος που τόσο πολλά αντικείμενα τα οποία επιβραβεύονται από το Καμπ γούστο είναι παλιομοδίτικα, ανεπίκαιρα, ντεμοντέ. Δεν είναι μια αγάπη του παλιού ως τέτοια. Είναι απλώς ότι η διαδικασία της γήρανσης ή υποβάθμισης παρέχει την απαραίτητη αποστασιοποίηση – ή κινητοποιεί μια απαραίτητη συμπόνια. Όταν το θέμα είναι σημαντικό και σύγχρονο, η αποτυχία ενός έργου τέχνης μπορεί να μας κάνει αγανακτισμένους. Ο χρόνος μπορεί να το αλλάξει αυτό. Ο χρόνος απελευθερώνει το έργο τέχνης από την ηθική σχετικότητα, μεταφέροντάς το προς την Καμπ αισθαντικότητα… Ένα ακόμη αποτέλεσμα: ο χρόνος κάνει τη σφαίρα της κοινοτοπίας να συσπάται. (Μιλώντας αυστηρά, η κοινοτοπία είναι πάντα μια κατηγορία του σύγχρονου). Ό,τι ήταν κοινότοπο μπορεί, με το πέρασμα του χρόνου, να γίνει φανταστικό. Πολλοί άνθρωποι που ακούν με μεγάλη ευχαρίστηση το στυλ του Rudy Vallee [Αμερικάνος τραγουδιστής, μουσικός, ηθοποιός και ραδιοφωνικός παραγωγός] όπως αναβιώνεται από το αγγλικό ποπ συγκρότημα The Temperance Seven [το συγκρότημα αυτό της δεκαετίας του ’60 εστίαζε σε τζαζ επανεκτελέσεις], θα είχαν εξοργιστεί από τον Rudy Vallee τον καιρό της ακμής του.

Επομένως, τα πράγματα είναι καμπικά, όχι όταν γίνονται παλιά – αλλά όταν μας αφορούν λιγότερο, και μπορούμε να απολαύσουμε, αντί να απογοητευτούμε, την αποτυχία της προσπάθειάς τους. Αλλά το αποτέλεσμα του χρόνου είναι απρόβλεπτο. Πιθανόν το Method Acting [αμετάφραστος στα ελληνικά όρος για μια προσέγγιση στην υποκριτική αρχικά γεννημένη στο νεοϋορκέζικο Actor’s Studio] (Rod Steiger [Αμερικάνος ηθοποιός], James Dean [Αμερικάνος ηθοποιός], Warren Beatty [Αμερικάνος ηθοποιός, σκηνοθέτης, παραγωγός και σεναριογράφος]) θα φαίνεται μια μέρα τόσο Καμπ όσο το στυλ της Ruby Keeler [Αμερικανίδα ηθοποιός, χορεύτρια και τραγουδίστρια] φαίνεται σήμερα – ή όσο το στυλ της Sarah Bernhardt [Γαλλίδα θεατρική ηθοποιός] φαίνεται στις κινηματογραφικές ταινίες που έπαιξε κατά το τέλος της καριέρας της. Η πιθανόν όχι.

[32.] Το Καμπ είναι να δοξάζεις τον «χαρακτήρα». Η δήλωση δεν έχει σημασία, εκτός βέβαια για το άτομο (Loie Fuller [Αμερικανίδα ηθοποιός και χορεύτρια], Gaud [πιθανόν η Sontag αναφέρεται στον Léon Gaud, Ελβετό ζωγράφο], Cecil B. de Mille [Αμερικάνος σκηνοθέτης, παραγωγός και ηθοποιός], Crivelli [Carlo, Ιταλός αναγεννησιακός ζωγράφος], de Gaulle [Charles, βλ. παραπάνω σημ. 26] που την κάνει. Αυτό που το Καμπ μάτι εκτιμά είναι η ενότητα, η δύναμη του ατόμου. Σε κάθε κίνηση που η γηράσκουσα Martha Graham [Αμερικανίδα χορεύτρια και χορογράφος] κάνει, την κάνει όντας η Martha Graham κτλ., κτλ…. Αυτό είναι καθαρό στην περίπτωση του μεγάλου σοβαρού ειδώλου του Καμπ γούστου, της Greta Garbo [βλ. παραπάνω σημ. 9]. Η ανικανότητα της Garbo (ή έστω, η έλλειψη βάθους) ως ηθοποιού ενισχύει την ομορφιά της. Είναι πάντοτε ο εαυτός της.

[33.] Σε αυτό που απαντά το Καμπ γούστο είναι ο «άμεσος χαρακτήρας» (αυτό είναι, βέβαια, πολύ 18ος αιώνας)· και αντιθέτως, αυτό από το οποίο δεν ανακατεύεται, είναι η αίσθηση της ανάπτυξης του χαρακτήρα. Ο χαρακτήρας κατανοείται ως μια κατάσταση συνεχούς πυράκτωσης, το άτομο να είναι ένα, πολύ έντονο πράγμα. Αυτή η στάση απέναντι στον χαρακτήρα είναι στοιχείο κλειδί στη θεατρικοποίηση της εμπειρίας, ενσωματωμένης στην Καμπ αισθαντικότητα. Και βοηθά να λογαριαστεί το γεγονός ότι η όπερα και το μπαλέτο βιώνονται σαν τέτοιοι πλούσιοι θησαυροί του Καμπ, ενώ καμιά από τις δύο αυτές μορφές τέχνης δεν μπορεί να αποδώσει δικαιοσύνη στην πολυπλοκότητα της ανθρώπινης φύσης. Οπουδήποτε υπάρχει ανάπτυξη χαρακτήρα, το Καμπ μειώνεται. Ανάμεσα στις όπερες, για παράδειγμα, η La Traviata (που έχει κάποια μικρή ανάπτυξη χαρακτήρα) είναι λιγότερο καμπική από το Il Trovatore (που δεν έχει καμιά) [και οι δύο είναι ιταλικές όπερες του Ιταλού συνθέτη Giuseppe Verdi].

«Η ζωή είναι πολύ σημαντικό πράγμα, για να μιλάς σοβαρά σχετικά με αυτό.»

Βέρα: Η μηδενίστρια [Vera: The Nihilist, θεατρικό έργο του Oscar Wilde – σχετικά με αυτόν βλ. παραπάνω σημ. σε εισαγωγική παράγραφο 6]

[34.] Το Καμπ γούστο γυρνάει την πλάτη του στον άξονα καλού-κακού της συνηθισμένης αισθητικής κρίσης. Δεν υποστηρίζει ότι το καλό είναι κακό, ή ότι το κακό είναι καλό. Αυτό που κάνει είναι να προσφέρει στην τέχνη (και στη ζωή) ένα διαφορετικό – συμπληρωματικό – σύνολο προτύπων.

[35.] Κανονικά εκτιμούμε ένα έργο τέχνης λόγω της σοβαρότητας και της αξιοπρέπειας αυτού που κατορθώνει. Το εκτιμούμε επειδή επιτυγχάνει – στο να είναι αυτό που είναι, και υποθετικά, στο να εκπληρώνει την πρόθεση που βρίσκεται από πίσω του. Υποθέτουμε μια ορθή, δηλαδή κατευθείαν, σχέση μεταξύ πρόθεσης και αποτελέσματος [performance]. Με τέτοια πρότυπα εγκωμιάζουμε την Ιλιάδα [έπος του αρχαίου Έλληνα ποιητή Ομήρου], τα έργα του Αριστοφάνη [αρχαίος Έλληνας κωμωδιογράφος], την Τέχνη της Φούγκας [συλλογή από φούγκες και κανόνες που συνέθεσε ο Γερμανός συνθέτης Γιόχαν Σεμπάστιαν Μπαχ], το Middlemarch [πλήρης τίτλος Middlemarch, A Study of Provincial Life, μεταφρασμένο στα ελληνικά με τον τίτλο κρατημένο ίδιο μυθιστόρημα της Αγγλίδας μυθιστοριογράφου, ποιήτριας, μεταφράστριας και δημοσιογράφου George Eliot], οι πίνακες του Rembrandt [Harmenszoon van Rijn, Ολλανδός ζωγράφος και χαράκτης], ο καθεδρικός της Chartres [ρωμαιοκαθολικός ναός στη Γαλλία υψηλού γοτθικού στυλ], η ποίηση του Donne [John, Άγγλος ποιητής, λόγιος, στρατιωτικός και μετέπειτα κληρικός], η Θεία Κωμωδία [επικό ποίημα του Ιταλού ποιητή, συγγραφέα και φιλόσοφου Dante Alighieri], τα κουαρτέτα του Beethoven [μουσική σύνθεση προορισμένη για τέσσερα όργανα ή φωνές, Ludwig van Γερμανός συνθέτης και πιανίστας], και – ανάμεσα στους ανθρώπους – ο Σωκράτης [αρχαίος Έλληνας φιλόσοφος], ο Ιησούς [Χριστός, Εβραίος θρησκευτικός αρχηγός], ο Άγιος Φραγκίσκος [της Ασίζης, ρωμαιοκαθολικός χριστιανός Ιταλός άγιος], ο Ναπολέων [Βοναπάρτης, Γάλλος στρατiωτικός και πολιτικός αρχηγός], ο Savonarola [Girolamo, Ιταλός μοναχός και προφήτης]. Κοντολογίς, το πάνθεον της υψηλής κουλτούρας: αλήθεια, ομορφιά, και σοβαρότητα.

[36.] Αλλά υπάρχουν άλλες δημιουργικές ευαισθησίες πέραν της σοβαρότητας (τόσο τραγικές όσο και κωμικές) της υψηλής κουλτούρας και του υψηλού στυλ να αξιολογείς τους ανθρώπους. Και κάποιος κοροϊδεύει τον εαυτό του, ως ανθρώπινο όν, αν έχει σεβασμό μόνο για το στυλ της υψηλής κουλτούρας, οτιδήποτε άλλο μπορεί κάποιος να κάνει ή να αισθάνεται στα κρυφά.

Για παράδειγμα, υπάρχει ένα είδος σοβαρότητας που το σημείο κατατεθέν της [trademark] είναι η αγωνία, η ασπλαχνία, η παραφροσύνη. Εδώ αποδεχόμαστε μια ανισότητα μεταξύ πρόθεσης και αποτελέσματος. Μιλάω, προφανώς, τόσο για ένα στυλ προσωπικής ύπαρξης, όσο και για ένα στυλ στην τέχνη· αλλά τα παραδείγματα καλύτερα να έρθουν από την τέχνη. Σκεφτείτε τον Bosch [Ιερώνυμος, Ολλανδός/Δανός ζωγράφος], Sade [Μαρκήσιος ντε, Γάλλος αριστοκράτης, επαναστάτης, συγγραφέας και φιλόσοφος], Rimbaud [Arthur Jean Nicolas, Γάλλος ποιητής], Jarry [Alfred, Γάλλος συγγραφέας], Kafka [Franz, Γερμανός – Βοημός συγγραφέας], Artaud [Antonin, Γάλλος συγγραφέας, ποιητής, δραματουργός, εικαστικός καλλιτέχνης, δοκιμιογράφος, ηθοποιός και θεατρικός σκηνοθέτης], σκεφτείτε τα περισσότερα από τα σημαντικά έργα τέχνης του 20ου αιώνα, δηλαδή, τέχνη της οποίας ο στόχος δεν είναι να δημιουργεί αρμονίες, αλλά να προκαλεί υπερκόπωση στο μέσο και να εισάγει όλο και περισσότερο βίαια και ανεπίλυτα θέματα πραγμάτευσης. Αυτή η αισθαντικότητα επίσης επιμένει στην αρχή ότι ένα έργο [oeuvre] με την παλαιά έννοια (ξανά, στην τέχνη, αλλά επίσης και στη ζωή) δεν είναι δυνατό. Μόνο «θραύσματα» είναι δυνατά… Ξεκάθαρα, διαφορετικά πρότυπα εφαρμόζονται εδώ σε σύγκριση με την παραδοσιακή υψηλή κουλτούρα. Κάτι είναι καλό όχι επειδή επιτυγχάνεται, αλλά γιατί ένα άλλο είδος αλήθειας γύρω από την ανθρώπινη κατάσταση, μια άλλη εμπειρία γύρω από το τι σημαίνει να είσαι άνθρωπος – κοντολογίς, μια άλλη έγκυρη αισθαντικότητα – αποκαλύπτεται.

Και τρίτη ανάμεσα στις μεγάλες δημιουργικές ευαισθησίες είναι το Καμπ: η αισθαντικότητα της αποτυχημένης σοβαρότητας, της θεατρικοποίησης της εμπειρίας. Το Καμπ αρνείται τόσο τις αρμονίες της παραδοσιακής σοβαρότητας, όσο και τους κινδύνους της πλήρους ταυτοποίησης με ακραίες συναισθηματικές καταστάσεις.

[37.] Η πρώτη αισθαντικότητα, αυτή της υψηλής κουλτούρας, είναι βασικά ηθικιστική. Η δεύτερη αισθαντικότητα, αυτή των ακραίων συναισθηματικών καταστάσεων, αναπαριστώμενη σε πολλή από τη σύγχρονη «αβαν-γκάρντ» τέχνη, κερδίζει ισχύ από μια ένταση ανάμεσα στο ηθικό και το αισθητικό πάθος. Η τρίτη, το Καμπ, είναι συνολικά αισθητική.

[38.] Το Καμπ είναι η συνεκτικά αισθητική εμπειρία του κόσμου. Ενσωματώνει τη νίκη του «στυλ» πάνω στο «περιεχόμενο», της «αισθητικής» πάνω στην «ηθική», της ειρωνείας πάνω στην τραγωδία.

[39.] Το Καμπ και η τραγωδία είναι αντιθέσεις. Υπάρχει σοβαρότητα στο Καμπ (σοβαρότητα στο βαθμό της εμπλοκής του καλλιτέχνη) και, συχνά, πάθος [pathos]. Το βασανιστικό είναι επίσης μία από τις τονικότητες του Καμπ· είναι η ποιότητα του βασανισμού σε πολύ από τον Henry James [Αμερικανοβρετανός συγγραφέας] (για παράδειγμα Οι Ευρωπαίοι [πλήρης τίτλος The Europeans: A sketch, νουβέλα], The Awkward Age [αμετάφραστο στα ελληνικά μυθιστόρημα του James], The Wings of the Dove [αμετάφραστο στα ελληνικά μυθιστόρημα του James]), που είναι υπεύθυνη για ένα μεγάλο μέρος του Καμπ στα γραπτά του. Μα δεν υπάρχει ποτέ, ποτέ τραγωδία.

[40.] Το στυλ είναι τα πάντα. Οι ιδές του Genet [Jean, Γάλλος μυθιστοριογράφος, θεατρικός συγγραφέας, ποιητής, δοκιμιογράφος και ακτιβιστής] για παράδειγμα, είναι πολύ Καμπ. Η δήλωση του Genet ότι «το μόνο κριτήριο μιας πράξης είναι η κομψότητά της»4 είναι κατ’ ουσίαν εναλλάξιμη με του Wilde [Oscar, σχετικά με αυτόν βλ. παραπάνω σημ. σε εισαγωγική παράγραφο 6] «σε ζητήματα μεγάλης σοβαρότητας, το κρίσιμο στοιχείο δεν είναι η ειλικρίνεια, αλλά το στυλ». Αλλά αυτό που μετράει, τελικά, είναι το στυλ με το οποίο οι ιδέες υποστηρίζονται. Οι ιδέες για την ηθικότητα και την πολιτική στα έργα, για παράδειγμα, Η Βεντάλια της Λαίδης Ουίντερμηρ [βλ. παραπάνω σημ. 22] και Major Barbara [μεταφρασμένο στα ελληνικά αλλά διατηρώντας τον αγγλικό του τίτλο θεατρικό έργο του Ιρλανδού θεατρικού συγγραφέα, κριτικού και ακτιβιστή George Bernard Shaw] είναι Καμπ, αλλά όχι μόνο λόγω της φύσης των ιδεών των ίδιων. Είναι αυτές ακριβώς οι ιδέες, υποστηριγμένες με ένα ιδιαίτερο παιγνιώδη τρόπο. Οι Καμπ ιδέες στην Παναγία των Λουλουδιών [Notre-Dame-des-Fleurs, μυθιστόρημα του Jean Genet] διατηρούνται τόσο πολύ πένθιμα, και η γραφή η ίδια είναι τόσο επιτυχώς υψωμένη και σοβαρή, ώστε τα βιβλία του Genet [Jean, βλ. παραπάνω στην ίδια παράγραφο] να είναι Καμπ.

[41.] Το όλο θέμα του Καμπ είναι να εκθρονιστεί το σοβαρό. Το Καμπ είναι παιγνιώδες, αντι-σοβαρό. Με περισσότερη ακρίβεια, το Καμπ εμπλέκει μια νέα, περισσότερο περίπλοκη σχέση με «το σοβαρό». Κάποιος μπορεί να είναι σοβαρός με το παιγνιώδες, παιγνιώδης με το σοβαρό.

[42.] Κάποιος έλκεται στο Καμπ όταν συνειδητοποιεί ότι η «ειλικρίνεια» δεν είναι αρκετή. Η ειλικρίνεια μπορεί να είναι απλώς φιλισταϊσμός [μικροψυχία/υποκρισία/στενομυαλιά], διανοητική στενότητα.

[43.] Τα παραδοσιακά μέσα για να προχωρήσει κανείς πέραν της ευθείας σοβαρότητας – ειρωνεία, σάτιρα – μοιάζουν ασθενικά σήμερα, ανεπαρκή για το πολιτισμικά υπερκορεσμένο μέσο στο οποίο η σύγχρονη αισθαντικότητα μορφώνεται. Το Καμπ εισάγει ένα νέο πρότυπο: την τεχνητότητα ως ιδανικό, τη θεατρικότητα.

[44.] Το Καμπ προτείνει μια κωμική θέαση του κόσμου. Αλλά όχι μια πικρόχολη ή πολεμικής στον τόνο κωμωδία. Αν η τραγωδία είναι μια εμπειρία υπερμπλοκής, η κωμωδία είναι μια εμπειρία υποεμπλοκής, αποστασιοποίησης.

«Λατρεύω τις απλές απολαύσεις, είναι το ύστατο καταφύγιο του περίπλοκου.»

Μια Γυναίκα Χωρίς Σημασία [A Woman of No Importance, θεατρικό έργο του Oscar Wilde – σχετικά με αυτόν βλ. παραπάνω σημ. σε εισαγωγική παράγραφο 6]

[45.] Η αποστασιοποίηση είναι το προνόμιο μιας ελίτ. Και όπως ο δανδής [με την ιστορική έννοια που το χρησιμοποιεί η Sontag: στυλ καθημερινότητας και εμφάνισης στον ύστερο 18ο και όψιμο 19ο αιώνα στη Βρετανία, που μιμούνταν το αριστοκρατικό στυλ, αν και η καταγωγή του ατόμου που το έκανε αυτό ήταν από τη μεσαία τάξη] είναι το υποκατάστατο του 19ου αιώνα για τον αριστοκράτη σε ζητήματα κουλτούρας, έτσι και το Καμπ είναι ο μοντέρνος δανδισμός. Το Καμπ είναι η απάντηση στο πρόβλημα: πώς να είναι κανείς δανδής στην εποχή της μαζικής κουλτούρας.

[46.] Ο δανδής ήταν υπεργαλαζοαίματος [overbred]. Η στάση του ήταν η περιφρόνηση, ή αλλιώς η ανία. Αναζητούσε σπάνιες αισθήσεις, αμόλυντες από την εκτίμηση της μάζας. (Πρότυπα: ο Des Esseintes στο Ανάστροφα [À Rebours, μυθιστόρημα με κεντρικό ήρωα τον Jean Des Esseintes] του Huysmans [Joris-Karl, Γάλλος μυθιστοριογράφος και κριτικός τέχνης], Marius the Epicurean [πλήρης τίτλος: Marius the Epicurean his sensations and ideas, αμετάφραστο στα ελληνικά ιστορικό και φιλοσοφικό μυθιστόρημα του Άγγλου μυθιστοριογράφου, κριτικού τέχνης και λογοτεχνίας, και δοκιμιογράφου Walter Pater], ο Κύριος Τεστ [Monsieur Teste, μυθιστόρημα] του Valéry [Paul, Γάλλος ποιητής, δοκιμιογράφος και φιλόσοφος].) Ήταν αφιερωμένος στο «καλό γούστο».

Ο γνώστης [connoisseur] του Καμπ έχει βρει πιο πρωτότυπες απολαύσεις. Όχι τη λατινική ποίηση και τα σπάνια κρασιά και τα βελούδινα σακάκια, αλλά τις τραχύτερες, κοινότερες απολαύσεις, στην τέχνη των μαζών. Η απλή χρήση δεν μολύνει τα αντικείμενα της απόλαυσής του, καθώς μαθαίνει να τα αποκτά με σπάνιο τρόπο. Το Καμπ – ο Δανδισμός στην εποχή της μαζικής κουλτούρας – δεν κάνει καμία διάκριση ανάμεσα στο μοναδικό αντικείμενο και στο μαζικά παραγόμενο αντικείμενο. Το Καμπ γούστο υπερβαίνει τη ναυτία που προκαλεί η ρέπλικα.

[47.] Ο ίδιος ο Wilde [Oscar, σχετικά με αυτόν βλ. παραπάνω σημ. σε εισαγωγική παράγραφο 6] είναι μια μεταβατική φιγούρα. Ο άντρας που, όταν πρωτοέφτασε στο Λονδίνο, καμάρωνε φορώντας έναν βελούδινο μπερέ, δαντελένια πουκάμισα, σατέν βράκες ως το γόνατο [knee-breeches] και μαύρα μεταξωτά καλσόν, δεν μπορούσε ποτέ να απομακρυνθεί πάρα πολύ στη ζωή του από τις απολαύσεις ενός παλιομοδίτη δανδή· αυτός ο συντηρητισμός καθρεφτίζεται στο Πορτραίτο του Ντόριαν Γκρέι [The Picture of Dorian Gray, μυθιστόρημα του Oscar Wilde]. Αλλά πολλές από τις στάσεις του υπαινίσσονται κάτι πιο μοντέρνο. Ήταν ο Wilde [Oscar, σχετικά με αυτόν βλ. παραπάνω σημ. σε εισαγωγική παράγραφο 6] αυτός που διαμόρφωσε ένα σημαντικό στοιχείο της Καμπ αισθαντικότητας – την ισοτιμία όλων των αντικειμένων – όταν ανακοίνωσε την πρόθεσή του να «ζήσει αντάξια» προς την γαλαζόλευκη πορσελάνη του, ή όταν διακήρυξε ότι ένα πόμολο πόρτας μπορεί να είναι τόσο αξιοθαύμαστο όσο και ένας πίνακας ζωγραφικής. Όταν προκήρυξε τη σπουδαιότητα της γραβάτας, της μπουτονιέρας [boutonierre], της καρέκλας, ο Wilde προοικονομούσε το δημοκρατικό πνεύμα [esprit] του Καμπ.

[48.] Ο παλαιομοδίτης [old-style] δανδής μισούσε τη χυδαιότητα. Ο επίκαιρος [new-style] δανδής, ο εραστής του Καμπ, εκτιμά τη χυδαιότητα. Όπου ο δανδής συνεχόμενα θα προσβαλλόταν ή θα βαριόταν, ο γνώστης [connoisseur] του Καμπ είναι συνεχόμενα ψυχαγωγημένος, κατευχαριστημένος. Ο δανδής είχε ένα αρωματισμένο μαντήλι στα ρουθούνια του και ήταν ευεπίφορος σε λιποθυμία· ο γνώστης του Καμπ παίρνει μια γερή μυρωδιά από τη βρώμα και περηφανεύεται για τα δυνατά του νεύρα.

[49.] Αυτό είναι ένα κατόρθωμα, βέβαια. Ένα κατόρθωμα κεντρισμένο, σε τελευταία ανάλυση, από την απειλή της πλήξης. Η σχέση μεταξύ πλήξης και Καμπ γούστου δεν μπορεί να υπερτονιστεί. Το Καμπ γούστο είναι από τη φύση του δυνατό μόνο σε ευμαρείς κοινωνίες, σε κοινωνίες ή κύκλους ικανούς να βιώσουν την ψυχοπαθολογία της χλιδής.

«Ό,τι είναι ανώμαλο στη Ζωή έχει κανονικότητα στην Τέχνη. Είναι το μόνο πράγμα στη Ζωή που έχει κανονικότητα στην Τέχνη.»

A Few Maxims for the Instruction of the Over-Educated [γενικός τίτλος των παραδοξολογικών αποφθεγμάτων που δημοσίευε ο Wilde στην αγγλική εφημερίδα The Saturday Review – αμετάφραστα ως ενιαίο σύνολο στα ελληνικά]

[50] Η αριστοκρατία είναι μια θέση σχετικά με την κουλτούρα (αλλά και σχετικά με την εξουσία), και η ιστορία του Καμπ γούστου είναι έρος της ιστορίας του σνομπ γούστου. Μα καθώς δεν υπάρχουν σήμερα πλέον αυθεντικοί αριστοκράτες με την παλιά έννοια του όρου, ώστε να επιχορηγούν ιδιαίτερα γούστα, ποιος είναι ο κληρονόμος αυτού του γούστου; Απάντηση: μια αυτοσχεδιασμένη και αυτοεκλεγμένη τάξη, κυρίως ομοφυλόφιλοι, που καθιστούν εαυτούς αριστοκράτες του γούστου.

[51.] Η ειδική σχέση μεταξύ του Καμπ γούστου και της ομοφυλοφιλίας πρέπει να εξηγηθεί. Ενώ δεν είναι αλήθεια ότι το Καμπ γούστο είναι το ίδιο με το ομοφυλόφιλο γούστο, υπάρχει αναμφίβολα μια ιδιαίτερα συνάφεια και αλληλεπικάλυψη μεταξύ τους. Δεν είναι όλοι οι φιλελεύθεροι Εβραίοι, μολαταύτα οι Εβραίοι έχουν δείξει μια ιδιαίτερη συνάφεια με τις φιλελεύθερες και μεταρρυθμιστικές ιδέες. Οπότε, δεν έχουν όλοι οι ομοφυλόφιλοι Καμπ γούστο. Οι ομοφυλόφιλοι όμως, μέσες άκρες, συνιστούν την εμπροσθοφυλακή – και το πιο ευφραδές ακροατήριο – του Καμπ. (Η αναλογία δεν είναι επιπόλαια διαλεγμένη. Οι Εβραίοι και οι ομοφυλόφιλοι είναι οι διακεκριμένες δημιουργικές μειονότητες στη σύγχρονη αστική κουλτούρα. Δημιουργικές, δηλαδή, με την αληθέστερη έννοια: είναι δημιουργοί ευαισθησιών. Οι δύο πρωτοπόρες δυνάμεις της σύγχρονης αισθαντικότητας είναι η εβραϊκή ηθική σοβαρότητα και ο ομοφυλόφιλος αισθητισμός και ειρωνεία.)

[52.] Η αιτία για την καρποφορία της αριστοκρατικής στάσης μεταξύ των ομοφυλοφίλων επίσης μοιάζει παράλληλη με την Εβραϊκή περίπτωση. Γιατί κάθε αισθαντικότητα συμβάλλει στην αυτο-εξυπηρέτηση της ομάδας που την προωθεί. Ο εβραϊκός φιλελευθερισμός είναι μια χειρονομία αυτο-νομιμοποίησης. Το ίδιο είναι και το Καμπ γούστο, που σαφώς έχει κάτι προπαγανδιστικό ως ιδιότητα. Δεν χρειάζεται να ειπωθεί, η προπαγάνδα λειτουργεί προς την ακριβώς αντίθετη κατεύθυνση. Οι Εβραίοι συνύφαναν τις ελπίδες τους για ενσωμάτωση στη σύγχρονη κοινωνία με την προώθηση της ηθικής λογικής. Οι ομοφυλόφιλοι έχουν συνυφάνει την ενσωμάτωση τους στην κοινωνία με την προώθηση της αισθητικής λογικής. Το Καμπ είναι διαλυτικό της ηθικότητας. Εξουδετερώνει την ηθική αγανάκτηση, επιχορηγεί το παιχνίδισμα.

[53.] Κι όμως, παρόλο που οι ομοφυλόφιλοι έχουν υπάρξει η εμπροσθοφυλακή του, το Καμπ γούστο είναι πολύ περισσότερο από Καμπ γούστο. Προφανώς, η μεταφορά του για τη ζωή ως θέατρο ταιριάζει ιδιαίτερα ως ως δικαιολόγηση και προβολή μιας συγκεκριμένης πλευράς της ομοφυλόφιλης κατάστασης. (Η επιμονή του Καμπ στο να μην είναι κανείς «σοβαρός», στο παιχνίδι, επίσης συνδέεται με την επιθυμία των ομοφυλόφιλων να παραμένουν νεανικοί. Κι όμως, αισθάνεται κανείς ότι αν οι ομοφυλόφιλοι δεν είχαν λιγότερο ή περισσότερο εφεύρει το Καμπ, κάποιος άλλος θα το έκανε. Γιατί η αριστοκρατική στάση σε σύνδεση με την κουλτούρα δεν μπορεί να πεθάνει, παρόλο που μπορεί να διατηρείται μόνο με αυξητικά αυθαίρετους και εφευρετικούς τρόπους. Το Καμπ είναι (να επαναλάβω) η σχέση με το στυλ σε μια χρονική περίοδο κατά την οποία η υιοθέτηση ενός στυλ – ως τέτοια – έχει γίνει συνολικά αμφισβητήσιμη. (Στη σύγχρονη εποχή, κάθε νέο στυλ, εκτός και αν είναι ρητά αναχρονιστικό, έχει έρθει στο προσκήνιο ως αντί-στυλ).

«Κάποιος πρέπει να έχει πέτρινη καρδιά για να διαβάσει τον θάνατο της Little Nell χωρίς να γελάσει.»

Από μια συζήτηση [Η Little Nell είναι μια κεντρική χαρακτήρας στο μυθιστόρημα Το Παλαιοπωλείο/The Old Curiosity Shop του Charles Dickens, Άγγλου μυθιστοριογράφου και κοινωνικού κριτικού.]

[54.] Οι εμπειρίες του Καμπ είναι βασισμένες στη μεγάλη ανακάλυψη ότι η αισθαντικότητα της υψηλής κουλτούρας δεν έχει κανένα μονοπώλιο στον εξευγενισμό. Το Καμπ δηλώνει ότι το καλό γούστο δεν είναι μόνο το καλό γούστο· ότι υπάρχει, πράγματι, ένα καλό γούστο του κακού γούστου. (Ο Genet μιλάει για αυτό στην Παναγία των Λουλουδιών [και για τον συγγραφέα, και για το βιβλίο του, βλ. παραπάνω σημ. 40]. Η ανακάλυψη του καλού γούστου στο κακό γούστο μπορεί να είναι πολύ απελευθερωτική. Ο άνθρωπος που επιμένει μόνο στις υψηλές και σοβαρές απολαύσεις στερεί τον εαυτό του από απόλαυση· συνεχώς περιορίζει τι μπορεί να απολαύσει· στη συνεχή εξάσκηση του καλού γούστου θα ανεβάσει τελικά την τιμή του τόσο ψηλά, που θα είναι πολύ ακριβός για την αγορά, να το πούμε κι έτσι. Εδώ το Καμπ γούστο υπερτερεί επί του καλού γούστου ως ένα τολμηρός και σπιρτόζικος ηδονισμός. Κάνει τον άνθρωπο του καλού γούστου χαρωπό, ενώ πριν βρισκόταν σε κίνδυνο να είναι μακροχρόνια απογοητευμένος. Όλο αυτό είναι καλό για την χώνεψη.

[55.] Το Καμπ γούστο είναι, πάνω απ’ολα, ένας τρόπος απόλαυσης, εκτίμησης – όχι κρίσης. Το Καμπ είναι γενναιόδωρο. Θέλει να απολαμβάνει. Μοιάζει μόνο με μοχθηρία, κυνισμό. (Ή, αν είναι κυνισμός, δεν είναι ένας άκαρδος αλλά γλυκός κυνισμός). Το Καμπ γούστο δεν προτείνει ότι είναι κακόγουστο να είσαι σοβαρός· δεν χλευάζει κάποιον που πετυχαίνει να είναι σοβαρά δραματικός. Αυτό που κάνει είναι να βρίσκει επιτυχία σε συγκεκριμένες παθιασμένες αποτυχίες.

[56.] Το Καμπ γούστο είναι ένα είδος αγάπης, αγάπης για την ανθρώπινη φύση. Απολαμβάνει σφοδρά, παρά κρίνει, τους μικρούς θριάμβους και τις αμήχανες εντάσεις του «χαρακτήρα». …Το Καμπ γούστο ταυτίζεται με αυτό που απολαμβάνει. Οι άνθρωποι που μοιράζονται αυτήν την αισθαντικότητα δεν γελάνε με το πράγμα που του βάζουν την ταμπέλα «ένα καμπ», το απολαμβάνουν. Το Καμπ είναι ένα τρυφερό αίσθημα.

(Εδώ κάποιος μπορεί να συγκρίνει το Καμπ με πολλή από την Ποπ Αρτ, η οποία – όταν δεν είναι μόνο Καμπ – ενσωματώνει μια στάση που είναι σχετική, αλλά μολαταύτα και πολύ διαφορετική. Η Ποπ Αρτ είναι πιο επίπεδη και πιο στεγνή, πιο σοβαρή, πιο αποστασιοποιημένη, τελικά μηδενιστική).

[57.] Το Καμπ γούστο τρέφει τον εαυτό του με την αγάπη που έχει επενδυθεί σε συγκεκριμένα αντικείμενα και προσωπικά στυλ. Η απουσία αυτής της αγάπης είναι ο λόγος γιατί τόσο κιτς περιπτώσεις όπως το Peyton Place (το βιβλίο) [μυθιστόρημα της Αμερικανίδας συγγραφέα Grace Metalious, το οποίο ενέπνευσε ομώνυμες κινηματογραφική ταινία και σαπουνόπερα] και το κτίριο Tishman [μοντέρνο πολυώροφο κτίριο γραφείων στο Μανχάταν της Νέας Υόρκης] δεν είναι Καμπ.

[58.] Η υπέρτατη Καμπ δήλωση: είναι καλό επειδή είναι απαίσιο… Βέβαια, κάποιος δεν μπορεί να λέει πάντα αυτό. Μόνο κάτω από συγκεκριμένες συνθήκες, αυτές που προσπάθησα να σκιαγραφήσω σε αυτές τις σημειώσεις.

ΥΠΟΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ

0 Οι σημειώσεις του μεταφραστή έχουν ήδη ενσωματωθεί στο κείμενο [εντός αγκύλων], εκτός από τη σημείωση 2 εδώ, καθώς ήταν πολύ εκτενής για να τοποθετηθεί εντός αγκύλης, και από εδώ και κάτω παρατίθενται και μεταφράζονται κυρίως οι υποσημειώσεις που υφίστανται και στο πρωτότυπο (1, 3, 4), η πρώτη υποσημείωση του πρωτότυπου είναι απλώς διασκευασμένη, γιατί ο σύνδεσμος στον οποίο παραπέμπει είναι πλέον νεκρός, και επίσης προστίθενται σε αυτήν την πρώτη υποσημείωση κάποια γενικότερα μεταφραστικά σχόλια. Οι δύο υπόλοιπες υποσημειώσεις του πρωτότυπου είναι κατά λέξη μεταφρασμένες, χωρίς τίποτα λιγότερο ή περισσότερο.

1 Η πηγή που χρησιμοποιήθηκε για το προς μετάφραση αγγλικό κείμενο είναι: https://monoskop.org/images/5/59/Sontag_Susan_1964_Notes_on_Camp.pdf. Στα ελληνικά δεν υπάρχει δημοσιευμένη μετάφρασή του, εξ’ου και η ανάληψη του εδώ μεταφραστικού εγχειρήματος, αξίζει πάντως να διαβαστεί ένα ελληνικό κείμενο που κάνει εκτεταμένη χρήση των εργαλείων του κειμένου της Sontag, αξιοποιώντας τα στο ελληνικό παράδειγμα των γυναικείων ταυτοτήτων στην ελληνική κωμωδιογραφία, γραμμένο από τον ακαδημαϊκό θεατρολόγο Κωνσταντίνο Κυριακού, «Από την Σούζαν Σόνταγκ στην Σαπφώ Νοταρά. Camp και γυναικείες ταυτότητες στην ελληνική κωμωδιογραφία», στην εφημερίδα Η Αυγή, ένθετο Αναγνώσεις, 1 Ιανουαρίου 2015.

2 Με «αισθαντικότητα» μεταφράζω το αγγλικό sensibility, επιλογή που με προβλημάτισε αρκετά μέχρι να καταλήξω σε αυτήν, με το μεταφραστικό δίλημμα να είναι κυρίως μεταξύ «αισθαντικότητας» και «ευαισθησίας». Δεν επιθυμώ να φορτώσω τις σημειώσεις με την επιχειρηματολογία υπέρ της επιλογής μου, καλό είναι όμως θεωρώ να παραθέσω το λήμμα με τους ορισμούς του «sensibility» από τον διαδικτυακό θησαυρό Marriam Webster: α) a particular attitude, mindset, or preference/μια ορισμένη στάση, κοσμοαντίληψη η προτίμηση, β) the capacity to notice and respond to something/η ικανότητα να διακρίνεις ή να ανταποκρίνεσαι σε κάτι.

Αξίζει παρενθετικά/επιλογικά να σημειωθεί επίσης ότι σε αυτήν τη μετάφραση, όπως και στην μετάφραση του άλλου δοκιμίου της Sontag Fascinating Fascism – Γοητευτικός Φασισμός εδώ, δεν ακολουθήθηκε η πιο έμφυλα ισότιμη γλωσσική χρήσης με την ταυτόχρονη γραφή του αρσενικού και θηλυκού γένους (π.χ. όμορφος/η) ή/και με την αποφυγή χρήσης του αρσενικού γένους για γενικές και απρόσωπες δηλώσεις, καθώς η Sontag δεν τα επιλέγει στο πρωτότυπο κείμενό της, μιας και η σχετική γλωσσική συζήτηση δεν είχε αρχίσει ακόμα να γίνεται ευρέως στα αγγλικά, οπότε το να «φορεθούν» αυτές οι γλωσσικές επιλογές στον λόγο του κειμένου θα ήταν αναχρονιστική γλωσσική παρενδυσία. Τούτου δοθέντος, ο μεταφραστής του κειμένου τις βρίσκει χρήσιμες γλωσσικές επιλογές στα ελληνικά προς την κατεύθυνση της γλωσσικής έμφυλης ισοτιμίας, γενικότερα μιλώντας.]

3 Η αισθαντικότητα μιας εποχής είναι το πιο αποφασιστικό, αλλά και το πιο εύκολο να χαθεί στοιχείο της. Κάποιος μπορεί να αδράξει τις ιδέες (διανοητική ιστορία) και τη συμπεριφορά (κοινωνική ιστορία) μιας εποχής χωρίς ούτε καν να αγγίξει την αισθαντικότητα ή το γούστο που ενημέρωσε αυτές τις ιδέες, αυτήν τη συμπεριφορά. Σπάνιες είναι αυτές οι ιστορικές σπουδές (όπως του Huizinga [Johan, Δανός πολιτισμικός ιστορικός] για τον Ύστερο Μεσαίωνα, του Febvre [Lucien, Γάλλος ιστορικός, συνιδρυτής της επιθεώρησης Annales] για τη Γαλλία του 16ου αιώνα) που μας λένε κάτι για την αισθαντικότητα της περιόδου.

4 Η στιλπνή εντύπωση του Sartres [Jean Paul, Γάλλος μυθιστοριογράφος, θεατρικός συγγραφέας, σεναριογράφος, ακτιβιστής, βιογράφος, κριτικός και φιλόσοφος] σχετικά με αυτό το θέμα στον Άγιο Ζενέ [πλήρης τίτλος Saint Genet, comédien et martyr, μελέτη του Sartre] είναι: «Κομψότητα είναι η ποιότητα της επαφής που μεταμορφώνει το μεγαλύτερο μέρος της ύπαρξης σε εμφάνιση».


2 απαντήσεις στο “«Σημειώσεις πάνω στο ‘Kαμπ’ » της Σούζαν Σόνταγκ / «Notes on ‘Camp’ » by Susan Sontag – Μετάφραση από τα αγγλικά”

  1. […] δοκιμίου της Sontag που έχει αναρτηθεί εδώ, τις «Σημειώσεις πάνω στο ‘Καμπ’ «, αυτό εδώ το δοκίμιο είναι μεταφρασμένο στα ελληνικά, […]

    Μου αρέσει!

Σχολιάστε

Design a site like this with WordPress.com
Ξεκινήστε